O καρκίνος και η θεραπεία του καρκίνου μπορεί να προκαλέσουν ποικιλία από συμπτώματα, κάποια από τα οποία αντιμετωπίζονται σχετικά εύκολα ενώ άλλα χρειάζονται εξειδικευμένη φροντίδα.

Οι πληροφορίες που παρατίθενται αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση της θεραπείας για τον καρκίνο και βασίζονται στο κεφάλαιο «The importance of Symptom Management» – η σημασία της διαχείρισης των συμπτωμάτων – του ASCO (American Society of Clinical Oncology) που εκπαιδεύει τους ιατρούς να κατανοήσουν και να θεραπεύσουν τις παρενέργειες του καρκίνου και της θεραπείας του.

 

Δυσκοιλιότητα

Η δυσκοιλιότητα είναι ένα σύνηθες σύμπτωμα σε ανθρώπους με καρκίνο και συμβαίνει όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί να αδειάσει τον εντερικό του σωλήνα ή διακατέχεται από την αίσθηση της ανάγκης να κινήσει το έντερό του χωρίς να το καταφέρνει. Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν τη φυσιολογική λειτουργία του εντέρου, όπως η ποσότητα και το είδος της τροφής που προσλαμβάνουμε, η υγεία της γαστρεντερικής οδού και η φαρμακευτική αγωγή που πιθανόν λαμβάνει το άτομο. Είναι απαραίτητο να αναφέρετε στον ιατρό σας κάθε αλλαγή της συμπεριφοράς του εντέρου διότι ορισμένες φορές τα συμπτώματα της δυσκοιλιότητας αποτελούν ένδειξη κάποιου πιο σοβαρού προβλήματος που απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση.

Η χειρουργική επέμβαση στην κοιλιακή χώρα επηρεάζει συχνά τη λειτουργία του γαστρεντερικού σωλήνα προκαλώντας είτε διάρροια είτε δυσκοιλιότητα. Ορισμένες φορές η εγχείρηση στην κοιλιακή χώρα ενδέχεται να προκαλέσει συμφύσεις που μπορεί να παγιδεύσουν το έντερο και να περιορίσουν ή να παύσουν την κίνησή του. Στην ήπια μορφή του, αυτό ονομάζεται κοπρόσταση ενώ στην ακραία μορφή του ονομάζεται ειλεός και ενδέχεται να απαιτήσει χειρουργική επέμβαση για την αποκατάστασή του. Για τη διατάραξη της λειτουργίας του εντέρου μπορεί να ευθύνονται καρκινικοί όγκοι που έχουν αποφράξει τον εντερικό σωλήνα και οι οποίοι απομακρύνονται κυρίως με χειρουργική επέμβαση. Ιδιαίτερης σημασίας για τους ασθενείς που λαμβάνουν οποιαδήποτε αγωγή πόνου είναι ότι μαζί με την αναλγητική αγωγή πρέπει άμεσα να αρχίζει και η αγωγή για την πρόληψη της δυσκοιλιότητας. Καθυστερημένη εφαρμογή της αγωγής με υπακτικά φάρμακα όταν έχει ήδη εγκατασταθεί η δυσκοιλιότητα, αποτελεί αποτυχία της θεραπείας και συνεπάγεται μη ελεγχόμενο καρκινικό πόνο για τον ασθενή.

 

Συμπτώματα

Οι άνθρωποι με δυσκοιλιότητα είναι πιθανόν συμπληρωματικά με αυτή να βιώνουν:

  • Πόνο και κράμπες.
  • Οίδημα στην κοιλιακή χώρα.
  • Απώλεια όρεξης.
  • Ναυτία και εμετό.
  • Δυσκολία στην ούρηση.
  • Σύγχυση.

 

Αιτίες

Οι κύριες αιτίες της δυσκοιλιότητας εντοπίζονται στη μειωμένη λήψη φυτικών ινών, στην ελλιπή πρόσληψη νερού και άλλων υγρών και στην έλλειψη κίνησης. Ωστόσο στους ασθενείς με καρκίνο παράγοντες που εμπλέκονται με τη νόσο και με τη θεραπευτική αγωγή που ακολουθείται μπορεί να προκαλέσουν δυσκοιλιότητα:

  • Φάρμακα (συμπεριλαμβάνονται και τα αντιόξινα), ορισμένα φάρμακα που αντιμετωπίζουν τη ναυτία και τον εμετό, τις επιληπτικές κρίσεις, την κατάθλιψη, τη διάρροια ή την υψηλή αρτηριακή πίεση, τα συμπληρώματα σιδήρου, η χημειοθεραπεία και τα παυσίπονα που μπορεί να επιβραδύνουν τη μυϊκή δραστηριότητα του εντέρου που βοηθά την τροφή να κινηθεί μέσα στο εντερικό σύστημα.
  • Η μειωμένη πρόσληψη τροφής.
  • Η παρεμπόδιση του εντέρου από ουλώδη ιστό ή όγκους.
  • Η αφυδάτωση.
  • Η μειωμένη ή ελλιπής σωματική δραστηριότητα.
  • Συμπίεση από τον όγκο (στο νωτιαίο μυελό).
  • Υψηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα.
  • Χαμηλά επίπεδα καλίου.
  • Πρόβλημα του θυρεοειδούς.
  • Διαβήτης.

 

Διάγνωση

Για την αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας ενδεχομένως ο θεράπων ιατρός να προχωρήσει σε διαγνωστικές εξετάσεις του εντέρου και της κοιλιακής χώρας για να αποκλείσει την περίπτωση όγκου ή άλλου εμποδίου στη κίνηση του εντέρου. Ο ιατρός είναι πιθανόν επίσης να διερευνήσει:

  • Τις συνήθειες του εντέρου, πριν τον καρκίνο και τώρα.
  • Τη χρήση φαρμάκων που μπορεί να την προκαλούν.
  • Τη διατροφή (στερεά και υγρά).
  • Άλλες ασθένειες.

 

Αντιμετώπιση

Η ορθή αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη συνολική υγεία του ασθενή με καρκίνο. Εάν δεν αντιμετωπιστεί η δυσκοιλιότητα μπορεί να οδηγήσει σε εσωτερική βλάβη του εντέρου και του ορθού, να προκαλέσει αφυδάτωση ή απόφραξη του εντέρου. Επιπλέον μπορεί να καθυστερήσει την απορρόφηση των φαρμάκων που λαμβάνονται από το στόμα.

  • Πιείτε περισσότερα υγρά.
  • Συζητήστε την πιθανότητα να μειώσετε τη δοσολογία ή να σταματήσετε τη λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων που προκαλούν δυσκοιλιότητα.
  • Καταναλώστε περισσότερες φυτικές ίνες.
  • Αυξήστε τη σωματική σας δραστηριότητα, εάν είναι εφικτό.
  • Εξετάστε με τον ιατρό σας το ενδεχόμενο να λάβετε κάποια φαρμακευτική ουσία που θα δραστηριοποιήσει το έντερο (πολλές από αυτές μπορεί να είναι επιβλαβείς για το έντερο).

 

Διάρροια

Διάρροια χαρακτηρίζονται οι συχνές, χαλαρές, υδαρείς κινήσεις του εντέρου. Μπορεί να προκληθεί από τη χημειοθεραπεία, την ακτινοθεραπεία στη λεκάνη ή από τον ίδιο τον καρκίνο. Διάρροια μπορεί ακόμη να προκληθεί από την Αντίδραση του Μοσχεύματος κατά του Ξενιστή (GVHD) σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση του μυελού των οστών. Τα στάδια της διάρροιας περιγράφονται ως:

Στάδιο 0: αυξημένη συχνότητα κοπράνων, αλλά όχι διάρροια.
Στάδιο 1: αυξημένη συχνότητα κοπράνων, έως τέσσερις κενώσεις την ημέρα.
Στάδιο 2: αυξημένη συχνότητα κατά τέσσερις έως έξι κενώσεις την ημέρα ή τη νύχτα.
Στάδιο 3: αυξημένη συχνότητα επτά ή και περισσότερων κενώσεων την ημέρα, ή ακράτεια ή ανάγκη για ενδοφλέβια χορήγηση υγρών για την αντιμετώπιση της αφυδάτωσης.
Στάδιο 4: εξαιρετικά σοβαρή κατάσταση που απαιτεί εντατική φροντίδα.

Αντιμετώπιση:

Η πρόληψη της διάρροιας ή η αντιμετώπισή της σε αρχικά στάδια μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να μην αφυδατωθεί και να μην αναπτύξει περαιτέρω προβλήματα υγείας. Για τα στάδια 0, 1, 2:

  • Αποφυγή καφεΐνης, αλκοόλ, γαλακτοκομικών προϊόντων, λίπους, φυτικών ινών, χυμών πορτοκαλιού και δαμάσκηνου και καυτερών φαγητών.
  • Αποφυγή φαρμάκων που μπορεί να μαλακώνουν τα κόπρανα (όπως φάρμακα για την πρόληψη του εμετού και της δυσκοιλιότητας).
  • Κατανάλωση συχνών, μικρών γευμάτων.
  • Λήψη άφθονου νερού και άλλων υγρών για την αποφυγή αφυδάτωσης. Ασθενείς με σοβαρή αφυδάτωση μπορεί να χρειαστεί να λάβουν υγρά ενδοφλέβια.
  • Αντιδιαρροϊκά φάρμακα.
  • Συζητήστε με τον ιατρό σας την πιθανότητα να μειώσετε τη δοσολογία της χημειοθεραπείας εάν η πρόκληση της διάρροιας οφείλεται σε αυτήν και είναι ιδιαίτερα βαριάς μορφής.

 

Εμμηνόπαυση

Εμμηνόπαυση συμβαίνει όταν:

  • Οι ωοθήκες της γυναίκας σταματάνε να παράγουν ωάρια.
  • Η έμμηνος ρύση εμφανίζεται σε άτακτα χρονικά διαστήματα ώσπου παύει.
  • Ο οργανισμός της γυναίκας μειώνει σταδιακά την παραγωγή ορμονών (οιστρογόνων και προγεστερόνης).

Η εμμηνόπαυση ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας των 40 έως τα μέσα της δεκαετίας των 50 ετών. Είναι όμως πιθανόν να ξεκινήσει και πριν την ηλικία των 40 ετών σε ασθενείς με καρκίνο εάν η θεραπεία για την αντιμετώπιση της νόσου σταματήσει τη λειτουργία των ωοθηκών (πρώιμη εμμηνόπαυση). Περισσότερες από το 40% των γυναικών με καρκίνο μαστού ή θεραπεία για καρκίνο μαστού βιώνουν πρώιμα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα, τα οποία ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο της χημειοθεραπείας και μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Εξάψεις, ειδικότερα στις γυναίκες που παίρνουν ταμοξιφαίνη για την αποφυγή της επανεμφάνισης του καρκίνου του μαστού.
  • Νυχτερινή εφίδρωση.
  • Ξηρότητα στον κόλπο, φαγούρα ή ερεθισμό.
  • Επώδυνη συνουσία.
  • Δυσκολία στον έλεγχο της εντερικής λειτουργίας.
  • Κατάθλιψη.
  • Αϋπνία.

 

Έλεγχος συμπτωμάτων

Εξάψεις: Η λήψη οιστρογόνων και προγεστερόνης θα βοηθούσε τις περισσότερες γυναίκες τόσο στον έλεγχο των εξάψεων όσο και της λέπτυνσης των οστών (οστεοπόρωση) ως επίπτωση της θεραπείας για καρκίνο μαστού. Όμως, οι δύο συγκεκριμένες ορμόνες δεν συνιστώνται διότι ενοχοποιούνται για την επιτάχυνση της ανάπτυξης του καρκίνου. Γι’ αυτό ακριβώς η προσέγγιση της αντιμετώπισης των εξάψεων περιλαμβάνει:

  • Τη λήψη ορισμένων αντικαταθλιπτικών.
  • Τη λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης Ε.
  • Βαθιές εισπνοές και άλλες τεχνικές χαλάρωσης.
  • Διατήρηση της θερμοκρασίας του δωματίου σε φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα. Γενικά πρέπει να προτιμώνται οι χαμηλότερες θερμοκρασίες γιατί η δροσιά είναι πιο ευχάριστη για τον ασθενή ενώ πολλές φορές ακόμα και οι φυσιολογικές θερμοκρασίες προκαλούν δυσανεξία.

Οστεοπόρωση: η μείωση των οιστρογόνων στα πλαίσια της ορμονοθεραπείας για τον καρκίνο του μαστού οδηγούν σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης. Οι δραστηριότητες και ενέργειες που προτείνονται περιλαμβάνουν:

  • Καθημερινή άσκηση, όπως έντονο βάδισμα, για 20 με 30 λεπτά.
  • Διατήρηση ιδανικού βάρους.
  • Λήψη βιταμίνης D 400 με 800 IU ημερησίως (1IU=0,025mg) και λήψη συμπληρωμάτων ασβεστίου 1500 mg ημερησίως για γυναίκες χωρίς διαγνωσμένη οστεοπόρωση πριν τη θεραπεία καρκίνου και 2000 mg ημερησίως για γυναίκες με οστεοπόρωση πριν την έναρξη της θεραπείας (η λήψη συμπληρωμάτων διατροφής πρέπει πάντα να γίνεται σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό).

Ναυτία και Εμετός: πολλοί ασθενείς με καρκίνο αντιμετωπίζουν καταστάσεις ναυτίας και εμέτων, όπου όταν τα περιστατικά εμφανίζονται ήπια, τότε ο ασθενής δε διατρέχει κάποιο ιδιαίτερο κίνδυνο, όταν όμως είναι σοβαρά υπάρχει φόβος για επιπλοκές, όπως αφυδάτωση, ανισορροπία σε ηλεκτρολύτες, απώλεια βάρους, κατάθλιψη.

  • Όπου είναι εφικτό, είναι προτιμότερο να προλάβουμε τον εμετό και τη ναυτία πριν αυτά εκδηλωθούν. Εάν ο ασθενής παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης ναυτίας και εμετού μπορεί να λάβει αντιεμετική φαρμακευτική αγωγή πριν τη θεραπεία για τον καρκίνο.
  • Πολλοί άνθρωποι ανταποκρίνονται σε θεραπείες τροποποίησης της καθημερινότητας και της προσωπικής στάσης, που βοηθούν στον έλεγχο της ναυτίας και του εμετού. Μέθοδοι όπως περισπασμός (επικέντρωση της προσοχής μακριά από το σύμπτωμα), χαλάρωση και θετική σκέψη μπορεί να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του φόβου της ναυτίας και του εμετού.
  • Σε ορισμένες περιπτώσεις ο θεράπων ιατρός μπορεί να τροποποιήσει τη θεραπευτική αγωγή ώστε να ελαχιστοποιήσει την εκδήλωση των συμπτωμάτων.

Ουδετεροπενία: μια αιματολογική διαταραχή που παρουσιάζει ασυνήθιστα χαμηλό αριθμό ουδετερόφιλων, ένα είδος λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα. Όλα τα λευκά αιμοσφαίρια βοηθούν τον οργανισμό να αμυνθεί ενάντια στις λοιμώξεις, το ίδιο κάνουν και τα ουδετερόφιλα εξουδετερώνοντας τα βακτήρια και τους μύκητες. Οι άνθρωποι που παρουσιάζουν ουδετεροπενία βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν καταστροφικές κι επικίνδυνες για τη ζωή λοιμώξεις διότι δε διαθέτουν αρκετά ουδετερόφιλα για να καταστρέψουν τους βλαβερούς μικροοργανισμούς που προκαλούν ασθένειες, όπως τα βακτήρια. Η ουδετεροπενία εμφανίζεται στους περισσότερους ασθενείς με καρκίνο που λαμβάνουν χημειοθεραπεία. Η ουδετεροπενία από μόνη της μπορεί να είναι ασυμπτωματική αλλά η συνύπαρξη με πυρετό ή με τεκμηριωμένη λοίμωξη ονομάζεται ουδετεροπενικός πυρετός και ουδετεροπενική λοίμωξη και αποτελεί σημαντικά επείγοντα ογκολογικά σύνδρομα. Κλινικές εκδηλώσεις του ουδετεροπενικού πυρετού μπορεί να είναι οι ακόλουθες:

  • Πυρετός.
  • Ρίγη ή ιδρώτας.
  • Ξηρός λαιμός ή ξηροστομία.
  • Κοιλιακός πόνος.
  • Διάρροια ή έλκη γύρω από τον πρωκτό.
  • Πόνο ή κάψιμο κατά την ούρηση ή συχνοουρία.
  • Βήχα ή δύσπνοια.
  • Κοκκινίλα, πόνο ή πρήξιμο ειδικά γύρω από κόψιμο ή πληγή.
  • Ασυνήθιστη κολπική φαγούρα.

Αντιμετώπιση: Τα ουδετερόφιλα συνήθως αρχίζουν να πέφτουν μία εβδομάδα μετά την έναρξη κάθε κύκλου χημειοθεραπείας και συνήθως φτάνουν στις πιο χαμηλές τιμές τους περίπου 7 με 14 ημέρες μετά την ολοκλήρωση της κάθε θεραπείας. Στο σημείο της απόλυτης πτώσης τους (ναδίρ) ο ασθενής είναι περισσότερο επιρρεπής σε λοιμώξεις. Ωστόσο, καθώς ο κύκλος της θεραπείας ολοκληρώνεται ο μυελός των οστών ξεκινά να παράγει και πάλι ουδετερόφιλα όπου σε τρεις με πέντε εβδομάδες φτάνουν στα φυσιολογικά επίπεδα. Μόλις τα ουδετερόφιλα αγγίξουν τα επιθυμητά, φυσιολογικά όρια, τότε η χημειοθεραπεία μπορεί και πάλι να ξεκινήσει. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπου τα ουδετερόφιλα δεν επανέρχονται στις φυσιολογικές τιμές στον αναμενόμενο χρόνο, ο θεράπων ιατρός μπορεί να μειώσει τη δόση του επόμενου κύκλου χημειοθεραπείας ή να τον καθυστερήσει. Εάν η ουδετεροπενία συνοδεύεται από πυρετό, ο ιατρός θα χορηγήσει οπωσδήποτε αντιβιοτικά και αυξητικούς παράγοντες για την αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων. Η θεραπεία αυτή μπορεί να γίνει στο νοσοκομείο ή και στο σπίτι πάντα με τη στενή επίβλεψη του θεράποντος ιατρού.

Πόνος: ένα συχνό σύμπτωμα σε ασθενείς με καρκίνο είναι ο πόνος. Κατά τη διάγνωση το 30% με 40% των ανθρώπων με καρκίνο βιώνουν πόνο. Εάν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 65% με 85%, ενώ το 95% του πόνου από καρκίνο μπορεί να αντιμετωπισθεί με επιτυχία. Ο πόνος μπορεί να επιβαρύνει και άλλες παραμέτρους του καρκίνου, όπως κούραση, αδυναμία, δύσπνοια, ναυτία, δυσκοιλιότητα, διαταραχές ύπνου, κατάθλιψη, άγχος και σύγχυση.

Διάγνωση του πόνου: Για να μπορέσει ο ιατρός να εντοπίσει το ιδανικό παυσίπονο για τον πόνο κάθε ασθενούς θα πρέπει να γνωρίζει με σαφήνεια:

  • Πού πονάει ο ασθενής.
  • Πότε ξεκινά και σταματά ο πόνος.
  • Πόσο χρόνο διαρκεί.
  • Πόσο έντονος είναι.

Η διαχείριση του πόνου: οι ιατροί μπορούν να αντιμετωπίσουν τον πόνο πολλαπλώς:

  • Με την επέμβαση στην πηγή του πόνου, όπως για παράδειγμα με τη χειρουργική απομάκρυνση του όγκου ή τη μείωση της φλεγμονής.
  • Με τη χορήγηση παυσίπονων.
  • Με την παρέμβαση στα σήματα του πόνου που στέλνονται στον εγκέφαλο.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στον ήπιο και μέτριο πόνο επιτρέπεται η χορήγηση ήπιων παυσίπονων (αναλγητικά) ενώ ο έντονος πόνος επιτρέπεται να αντιμετωπιστεί με τη χρήση οποιοειδών, όπως η μορφίνη. Τα παυσίπονα δίνονται με διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα με το είδος του φαρμάκου και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του ασθενούς, από το στόμα, υπογλώσσια, υποδόρια, ενδοφλέβια, στη σπονδυλική στήλη, από τον ορθό.

Η διαχείριση του πόνου μπορεί να εμπλουτιστεί και με άλλους, μη φαρμακευτικούς τρόπους, όπως χαλάρωση, ύπνωση, βελονισμός, yoga, κ.ά.

Πρόσληψη βάρους: Η πιο συνηθισμένη ανεπιθύμητη ενέργεια σε σχέση με το βάρος κατά τη διάρκεια της θεραπείας του καρκίνου είναι η απώλεια βάρους. Ωστόσο ορισμένοι ασθενείς με καρκίνο αυξάνουν το βάρος τους. Η μικρή αύξηση του βάρους κατά τη διάρκεια της θεραπείας για τον καρκίνο δεν χαρακτηρίζεται ως προβληματική, ωστόσο η σημαντική αύξηση του σωματικού βάρους μπορεί να επηρεάσει την υγεία του ατόμου και τη δυνατότητά του να ανεχθεί τη θεραπεία.

Η πρόσληψη βάρους αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό θέμα υγείας κυρίως για τις ασθενείς με καρκίνο του μαστού με περισσότερες από τις μισές γυναίκες να εμφανίζουν αύξηση του βάρους τους κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Σχετικές έρευνες έχουν καταδείξει πως η αύξηση του σωματικού βάρους σε γυναίκες με καρκίνο του μαστού συνδέεται με φτωχή πρόγνωση για το προσδόκιμο επιβίωσης. Το υπέρβαρο πριν τη θεραπεία για καρκίνο μαστού επίσης αυξάνει τον κίνδυνο για επιπλοκές της υγείας της ασθενούς, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, διαβήτη και καρδιαγγειακές νόσους.

Η αύξηση του βάρους σε ασθενείς με καρκίνο μπορεί να οφείλεται στη χημειοθεραπεία, στη μείωση της σωματικής δραστηριότητας, στη μείωση του μεταβολικού ρυθμού και στην πρόκληση εμμηνόπαυσης σε γυναίκες με καρκίνο μαστού. Στις αιτίες που αναφέρονται ενοχοποιείται η χορήγηση στεροειδών (ορμονικά υποκατάστατα για τη θεραπεία του καρκίνου) και η ορμονοθεραπεία.

Διαχείριση του βάρους: εάν η αύξηση του βάρους αρχίζει να απασχολεί τον ασθενή θα πρέπει πριν διαφοροποιήσει τη διατροφή του ή την καθημερινότητά του να συμβουλευτεί το θεράποντα ιατρό του. Στις γενικές οδηγίες αναφέρονται:

  • Η κατανάλωση φρούτων, λαχανικών, ψωμιού και δημητριακών.
  • Ο περιορισμός λιπαρών, ζάχαρης και επεξεργασμένων αλεύρων.
  • Η λήψη άφθονου νερού.
  • Η σωματική δραστηριότητα με ασκήσεις ενδυνάμωσης και διατάσεις.

Κατακράτηση υγρών: εάν εντοπίσετε σημάδια κατακράτησης υγρών, όπως πρησμένα πόδια, μείωση της ελαστικότητας στα πόδια, τους αγκώνες, τους αστραγάλους, τα δάχτυλα και τα πόδια, δύσκαμπτο δέρμα, θα πρέπει να ενημερώσετε το θεράποντα ιατρό σας και επιπλέον:

  • Μειώστε την κατανάλωση αλατιού.
  • Αποφεύγετε την ορθοστασία για μεγάλα χρονικά διαστήματα και κρατήστε ψηλά τα πόδια σας όσο συχνότερα μπορείτε.
  • Αποφεύγετε να σταυρώνετε τα πόδια σας.
  • Ελέγχετε καθημερινά το σωματικό σας βάρος.
  • Αποφεύγετε τα σφιχτά ρούχα.

 

  • ΤΥΠΟΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
  • ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
    • ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
    • ΑΝΟΣΟΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ
    • ΛOIMΩΞΗ ΑΠΟ CL. DIFFICILE (ΨΕΥΔΟΜΕΜΒΡΑΝΩΔΗΣ ΚΟΛΙΤΙΔΑ)
    • ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ
  • ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΣΘΕΝΗ
  • ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

  • Δυσκοιλιότητα
  • Διάρροια
  • Εμμηνόπαυση
  • Οστεοπόρωση
  • Ναυτία και Εμετός
  • Ουδετεροπενία
  • Πόνο
  • Πρόσληψη βάρους
  • Κατακράτηση υγρών