Η πρώτη επίσκεψη στο ιατρείο του ογκολόγου είναι, σχεδόν πάντα, συναισθηματικά φορτισμένη. Μετά τις υποψίες ή τις τυχαίες διαγνωστικές εξετάσεις και το σοκ της ανακάλυψης του καρκίνου, έχει έρθει η στιγμή να γίνει η συνολική εκτίμηση των δεδομένων και να παρθούν κρίσιμες αποφάσεις σχετικά με τις διαθέσιμες θεραπευτικές αγωγές. Είναι πολύ φυσικό, λοιπόν, στον ασθενή και στους δικούς του να κυριαρχούν το αίσθημα της αγωνίας και ο φόβος για το άγνωστο. Το πιο αποτελεσματικό «αντίδοτο» σε αυτά τα, απολύτως δικαιολογημένα, έντονα συναισθήματα είναι η γνώση. Και ο ογκολόγος είναι εκεί, ακριβώς για να θέσει τις γνώσεις και την εμπειρία του στην υπηρεσία του ασθενούς…
Ο καρκίνος είναι μια σύνθετη, περίπλοκη και, σε μεγάλο βαθμό, εξατομικευμένη νόσος. Κάθε ασθενής έχει το «δικό του» καρκίνο και γι’ αυτό οι γενικεύσεις και τα αυθαίρετα συμπεράσματα, μόνο κακό μπορούν να κάνουν. Με απλά λόγια, η «διάγνωση» που ίσως σπεύσει να κάνει κάποιος μέσω διαδικτύου ή φίλων, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε περιττό πανικό – ορισμένες φορές και σε επικίνδυνες αποφάσεις.
Ζητήστε, λοιπόν, από τον ογκολόγο που επιλέξατε να λύσει όλες τις απορίες σας και να σας εξηγήσει τα χαρακτηριστικά της δικής σας περίπτωσης και τους ενδεικνυόμενους τρόπους αντιμετώπισης. Ακόμη καλύτερα, πριν την επίσκεψη, σημειώστε τις ερωτήσεις σας, δεδομένου ότι η συναισθηματική φόρτιση της στιγμής, μας κάνει μερικές φορές να ξεχνάμε τα πράγματα που έχουμε στο μυαλό μας. Πάρτε μαζί κάποιον δικό σας που μπορεί να είναι πιο ψύχραιμος και αντικειμενικός παρατηρητής και επιτρέψτε στις πληροφορίες που θα πάρετε, αν όχι να διαλύσουν, τουλάχιστον να ταξινομήσουν τους φόβους σας.
Ο ογκολόγος, που είναι ο κύριος υπεύθυνος γιατρός για τη φροντίδα και τη θεραπευτική αγωγή του ασθενή με καρκίνο, από τη στιγμή της διάγνωσης και για όλη τη διάρκεια της πορείας της νόσου, θα πρέπει:
- Να εξηγήσει στον ασθενή τη διάγνωση και το στάδιο της νόσου (μια λεπτομερής περιγραφή της έκτασης του καρκίνου).
- Να συζητήσει μαζί του όλες τις θεραπευτικές επιλογές και θα του συστήσει την καλύτερη δυνατή αγωγή.
- Να του προσφέρει υψηλής ποιότητας φροντίδα και συμπαράσταση.
- Να βοηθήσει τον ασθενή να διατηρήσει την ποιότητα της ζωής του, με την καλύτερη δυνατή διαχείριση των συμπτωμάτων που προκαλεί η νόσος και των παρενεργειών της θεραπείας που ακολουθείται.