Από όλους τους χαρακτηρισμούς που μπορεί κάποιος ν’ αποδώσει στον καρκίνο, ο πιο άδικος και, πάντως, απαράδεκτος είναι ο όρος «επάρατος». Καμιά αρρώστια δεν είναι «καταραμένη», ειδικά σήμερα που η επιστήμη κάνει καθημερινά εντυπωσιακά άλματα. Η μαρτυρία που ακολουθεί ανήκει σε μια φίλη της ιστοσελίδας μας, ασθενή σε στάδιο αποθεραπείας, και δημοσιεύτηκε ως έχει στη σελίδα αναγνωστών του Protagon.gr, τον Ιούνιο 2017, «ζωγραφίζοντας» μια πιο σύγχρονη, ρεαλιστική όψη του καρκίνου, όπως τη βιώνει η ίδια.

Ο «καταραμένος» καρκίνος και άλλες ιστορίες

Με αφορμή την εμπειρία μιας ασθενούς με καρκίνο, ας διαγράψουμε πλέον, οριστικά, τον ορισμό «επάρατη» γι’ αυτήν τη βαριά, χρόνια αλλά συχνά διαχειρίσιμη νόσο. Από σεβασμό σε εκείνους που ήρθαν αντιμέτωποι μαζί της -ανεξάρτητα από το αν κέρδισαν ή όχι τον πόλεμο εναντίον της- και οι οποίοι, σίγουρα, δεν χρειάζεται και δεν θέλουν να νιώθουν «καταραμένοι».

«Την πρώτη φορά κοιτάς το γιατρό στα μάτια, με την αδρεναλίνη του φόβου να προκαλεί επώδυνες συσπάσεις στα επινεφρίδια και στην ψυχή. Μόλις χαρακτηρίστηκες καρκινοπαθής και δεν μπορείς να διανοηθείς ότι αυτό που ως χτες αποκαλούσες κανονική ζωή θα επιστρέψει κάποτε στη θέση του.

Μερικούς μήνες αργότερα, είσαι πια έμπειρο μέλος μιας κοινότητας που ανταλλάσσει εύγλωττα χαμόγελα αλληλεγγύης στην αίθουσα αναμονής της ακτινοθεραπείας και στους διαδρόμους της μονάδας χημειοθεραπείας και έχεις μάθει να σκέφτεσαι διαφορετικά: ότι, δηλαδή, οι στρατηγοί επιστήμονες που ρυθμίζουν την καθημερινότητά σου είναι αποφασισμένοι να κερδίσουν μαζί σου και για χάρη σου, μάχη-μάχη, τον πόλεμο και αντιμετωπίζουν τον καρκίνο όπως οι ναυτικοί τη θάλασσα: με γνώση των κινδύνων και σεβασμό στα καπρίτσια του καιρού αλλά με προορισμό πάντα ένα ασφαλές λιμάνι. Κι έχεις μάθει να πολεμάς στο πλευρό τους και να ελπίζεις.

Έτσι, εισπράττεις το πρώτο μεγάλο δώρο: το δικαίωμα να πιστέψεις στην αποθεραπεία, ανταλλάσσοντας την ταυτότητα του καρκινοπαθούς με ένα εισιτήριο. Δεν θα πω «επιστροφής», γιατί μετά τον καρκίνο δεν θες να γυρίσεις πίσω. Θες να πας μπροστά.

Προσωπικά, την πρώτη φορά που ένιωσα (κάπως) αποθεραπευμένη από τον καρκίνο ήταν όταν, μπαίνοντας στο νοσοκομείο για έναν έλεγχο ρουτίνας, ένιωσα δυσφορία. Επί μήνες, μόνο εκεί μέσα ένιωθα ασφαλής, μόνο κρυμμένη πίσω από τους χειρουργούς και τους ογκολόγους μου πίστευα ότι ο καρκίνος δεν θα μπορούσε να με ξαναβρεί. Αυτό λέγεται και ιδρυματισμός. Το πρωτόγνωρο αίσθημα της δυσφορίας έδινε ένα πρώτο, αμυδρό σήμα από-ιδρυματοποίησης, που γεννούσε με τη σειρά του ένα τρομαχτικό ερώτημα: και τώρα, τι;

Ένα από τα πρώτα νέα βήματα ήταν να βρω έναν διαφορετικό χαρακτηρισμό. Δεν ήθελα πια να με λέω καρκινοπαθή. Κάθε φορά που πήγαινα για τον τακτικό ιατρικό έλεγχο, έλεγα στους δικούς μου ότι πάω να πάρω «άδεια παραμονής», αλλά κι αυτό προσπαθώ να το αποβάλω γιατί έχει μια απόχρωση προσωρινότητας που δεν θέλω να με εκφράζει. Μετά από ένα μεγάλο διάστημα εξοικείωσης μ’ έναν κόσμο όπου όλα περιστρέφονται γύρω από τον καρκίνο, είχε έρθει η ώρα να κάνω κάτι τελείως διαφορετικό. Ας πούμε, να πάω κομμωτήριο, να βάψω το μαλλί. Η πόρτα είχε ανοίξει.

Στα δυόμιση χρόνια μετά τη διάγνωση και ενώ μέχρι τότε έκανα τις εξετάσεις πειθήνια και αισιόδοξα, ξαφνικά το μέσα μου επαναστάτησε. Δεν ήθελα άλλα τρυπήματα, άλλα μηχανήματα και, επιπλέον, έτρεμα μήπως η αισιοδοξία μου ετοιμαζόταν να με εκδικηθεί. Μετά κατάλαβα ότι και αυτή, η απόλυτα φυσιολογική αντίδραση, δεν ήταν παρά ένα ακόμη άλμα στη διαδικασία της αποθεραπείας. Ναι, ήθελα να πιστέψω ότι ο καρκίνος ήταν πίσω μου. Δηλαδή, κόντευα πια να το πιστέψω αλλά δεν τολμούσα.

Αν το έχω πιστέψει πια; Δεν έχω τολμήσει ακόμη αλλά το προσπαθώ κάθε μέρα. Αν φοβάμαι; Ναι, φυσικά – αλλά φοβάμαι κι όταν περνάω ένα μεγάλο δρόμο. Αν θα ξεχάσω την εμπειρία του καρκίνου; Ούτε μπορώ, καθώς η ανάμνησή του είναι χαραγμένη ανεξίτηλα στο σώμα μου, αλλά ούτε και θέλω. Θέλω η εμπειρία του να εξακολουθεί να με εφοδιάζει καθημερινά με την ευγνωμοσύνη που έμαθα να νιώθω για τα απλά πράγματα, με την ικανότητα να διακρίνω τα σημαντικά από τ’ άλλα, με την επίγνωση ότι αξίζει να φροντίζω τον εαυτό μου. Κι όχι μόνο να τα νιώθω αλλά να αγωνίζομαι για την εφαρμογή τους. Θέλω, με άλλα λόγια, να μην καθορίζει ο καρκίνος την καθημερινότητά μου, όπως έκανε μέχρι πρόσφατα, αλλά να με βοηθάει να από-θεραπεύομαι κάθε μέρα – ακόμη κι όταν θα έχουν περάσει πολλά χρόνια μετά από εκείνη την πρώτη φορά στο γιατρό…»

Για την αντιγραφή, Εμμανουέλα Νικολαϊδου